Στην αρχή της ζωής τα αγγεία είναι ελαστικά, εύκαμπτα και το αίμα διέρχεται χωρίς δυσκολίες από αυτά. Με την πάροδο της ηλικίας όμως στα εσωτερικά τοιχώματά τους επικάθονται λιπώδη ιζήματα που όσο αυξάνουν σχηματίζουν εξογκώματα που εμποδίζουν την απρόσκοπτη κυκλοφορία του αίματος (αθηρώματα). Ο ρυθμός δημιουργίας αυτής της αθηρωματικής πλάκας αλλά και η έκταση των αλλοιώσεων αυτών επηρεάζονται συχνά από τα επίπεδα των λιπιδίων στο αίμα και κυρίως από τα επίπεδα της χαμηλής πυκνότητας λιποπρωτεΐνης («κακή» χοληστερόλη). Οι άνθρωποι με αυξημένα επίπεδα «κακής» χοληστερόλης στο αίμα έχουν αυξημένες πιθανότητες να αναπτύξουν σοβαρά αθηρώματα, αν και γενικά μπορεί να αναπτύξει ούτως ή άλλως κανείς τέτοιες αλλοιώσεις όταν φθάσει στη μέση ηλικία.
Η διαδικασία της αθηρωμάτωσης είναι προοδευτική. Καθώς τα αθηρώματα μεγαλώνουν, προκαλούν πάχυνση και εξασθένηση στα τοιχώματα των αρτηριών. Αυτό σταδιακά μειώνει την ποσότητα του αίματος που μπορεί να διέρχεται από αυτές. Αυτό μπορεί να συμβεί σε κάθε όργανο του σώματος. Όταν π.χ. συμβαίνει στις αρτηρίες του εγκεφάλου μπορεί να προκληθεί εγκεφαλικό επεισόδιο, ενώ αν προκληθεί στις στεφανιαίες αρτηρίες μπορεί να προκληθεί έμφραγμα.
Η διαδικασία της σκλήρυνσης των αρτηριών δεν είναι η ίδια σε όλες τις αρτηρίες του σώματος και οι διαφοροποιήσεις μπορεί να είναι ιδιαιτέρως έντονες στις στεφανιαίες αρτηρίες. Η στένωση μπορεί να επηρεάσει μία μόνο στεφανιαία αρτηρία ή κάποιο τμήμα της ή μπορεί να επηρεάζου μια στεφανιαία αρτηρία σε όλο της το μήκος. Τα στοιχεία αυτά έχουν σημασία για τον καθορισμό της κατάλληλης θεραπείας.