Στη καρδιά του χειμώνα κρυολόγημα και γρίπη ταλαιπωρούν μεγάλο μέρος του πληθυσμού. Πολύς κόσμος τα μπερδεύει μια και έχουν την ίδια συμπτωματολογία. Από απόψεως αιτιολογίας όμως είναι τελείως διαφορετικές αφού άλλοι ιοί προκαλούν το κοινό κρυολόγημα και άλλοι τη γρίπη. Από απόψεως ταλαιπωρίας είναι το ίδιο και το ζητούμενο είναι αν θα μπορούσαμε να την αποφύγουμε. Στη λογική της πρόληψης ανήκουν και τα εμβόλια γρίπης τα οποία απευθύνονται σε ηλικιωμένους, μικρά παιδιά και άτομα με αναπνευστικά προβλήματα. Οι συχνές μεταμορφώσεις των ιών καθιστούν τα υπάρχοντα εμβόλια συχνά αναποτελεσματικά. Ευτυχώς, υπάρχουν τρόποι να αποφύγουμε ή έστω να ελαχιστοποιήσουμε τις πιθανότητες εμφάνισης μίας γρίπης. Σε αυτή την μάχη, τα σημαντικότερα όπλα μας είναι η κατάλληλη διατροφή και η αύξηση της σωματικής δραστηριότητας
Ένας καλά θρεμμένος οργανισμός σημαίνει ένα ισχυρό ανοσοποιητικό σύστημα, το οποίο αποτελεί και την ασπίδα μας απέναντι στην γρίπη. Πρώτος και σημαντικότερος παράγοντας που επηρεάζει την ανοσοποιητική δραστηριότητα είναι η ενεργειακή πρόσληψη. Άτομα που ακολουθούν διαιτολόγια πολύ χαμηλής θερμιδικής αξίας και πιο συγκεκριμένα <1000 θερμίδες ημερησίως με σκοπό το αδυνάτισμα παρουσιάζουν μεγαλύτερες πιθανότητες εμφάνισης ιώσεων και γρίπης. Φυσικά δεν θα κερδίσουμε τίποτα αν λαμβάνουμε περισσότερες από 1000 θερμίδες ημερησίως χωρίς να παρέχετε στο επίπεδο των θερμίδων τα απαραίτητα θρεπτικά συστατικά έτσι ώστε να προάγετε η υγεία και ευεξία του οργανισμού.
Αυξημένο ρυθμό εμφάνισης γρίπης και ιώσεων συναντάμε επίσης σε άτομα παχύσαρκα με πολύ υψηλή θερμιδική πρόσληψη. Η παχυσαρκία έχει συνδεθεί με μειωμένη παραγωγή αντισωμάτων δυσχεραίνοντας την λειτουργία του ανοσοποιητικού τους συστήματος με αποτέλεσμα να τους κάνει ευάλωτους σε ιώσεις. Η μείωση του προσλαμβανόμενου λίπους βελτιώνει την δραστηριότητα του ανοσοποιητικού, αυξάνοντας την δραστηριότητα των λευκοκυττάρων που καταστρέφουν τους «εισβολείς».Δεν είναι όμως μόνο το ποσό που παίζει ρόλο, αλλά και το είδος των λιπαρών οξέων. Ευεργετικό ρόλο φαίνεται να παίζουν τα ω-3 λιπαρά οξέα και τα οποία μπορούμε να λαμβάνουμε από λιπαρά ψάρια, όπως η σαρδέλα, η πέστροφα και ο σολομός.
Άλλα θρεπτικά μη θερμιδογόνα συστατικά που παίζουν επίσης σημαντικό ρόλο στην μάχη ενάντια στις ιώσεις είναι οι βιταμίνες C, E και β- καροτένιο. Η επαρκής πρόσληψη αυτών των θρεπτικών συστατικών βοηθά στον αυξημένο σχηματισμό λευκοκυττάρων, αντισωμάτων και επαρκών επιπέδων ιντερφερόνης, μίας πρωτεΐνης που παρεμποδίζει τον πολλαπλασιασμό των ιών. Το β-καροτένιο αποτελεί πρόδρομο ουσία για την παραγωγή βιταμίνης Α και περιέχετε σε τρόφιμα φυτικής προέλευσης με σημαντικότερα το καρότο, τη ντομάτα, το σπανάκι, και το μπρόκολο. Πλούσιες πηγές βιταμίνης C αποτελούν τα εσπεριδοειδή, η φράουλα, το ροδάκινο και το ακτινίδιο. Ενώ τις ανάγκες μας σε βιταμίνη Ε μπορούμε να καλύψουμε με το ελαιόλαδο, τη βάση της Μεσογειακής Διατροφής.
Τέλος ένα πολύ σημαντικό θρεπτικό συστατικό, του οποίου η μη επαρκής πρόσληψη έχει συνδεθεί με την συχνή εμφάνιση γρίπης είναι ο ψευδάργυρος, κυρίως σε ηλικιωμένα άτομα που συχνά παρουσιάζουν χαμηλή ημερήσια πρόσληψη. Ιδιαίτερα καλές πηγές ψευδαργύρου αποτελούν το κρέας, τα σύκα, τα μανιτάρια και οι ξηροί καρποί.
Συχνά ακούμε ότι για να τα καταφέρουμε πρέπει απαραίτητα να χρησιμοποιήσουμε συμπληρώματα διατροφής, τα οποία θα περιέχουν τις βιταμίνες τα μέταλλα και τα ιχνοστοιχεία που προαναφέραμε. Οι συστάσεις αυτές βασίζονται κατά κύριο λόγο σε ερευνητικά αποτελέσματα μη τεκμηριωμένα. Υπάρχουν φυσικά περιπτώσεις που η χρήση συμπληρωμάτων διατροφής θα μπορούσε να φανεί από χρήσιμη έως και απαραίτητη. Για να φτάσουμε στην λήψη τους όμως, θα πρέπει απαραίτητα προηγουμένως να έχουμε συμβουλευτεί έναν ειδικό.
Συμπερασματικά εάν έχουμε μία ισορροπημένη διατροφή με φρούτα και λαχανικά καθημερινά, τακτική κατανάλωση ψαριού και ελαιολάδου, κατανάλωση κρέατος έως και δύο φορές ανά εβδομάδα, καθημερινό περπάτημα 20 – 30 λεπτών είναι αρκετό για την θωράκιση του οργανισμού μας.