Ο καταμερισμός της τροφής σε πολλά γεύματα μέσα στη μέρα θεωρείται ως ένα βασικό μέτρο της σωστής διαιτητικής αγωγής. Αυτό συμβαίνει γιατί η συνολική ημερήσια υπεργλυκαιμία μετά το γεύμα είναι μικρότερη όταν τα διαβητικά άτομα μοιράζουν την τροφή τους σε περισσότερα γεύματα. Ακόμη, ο καταμερισμός των τροφίμων σε γεύματα και σε σνακ περιορίζει σε κάποιο βαθμό τις υπογλυκαιμίες που οφείλονται στην ινσουλίνη ή στα αvrιδιαβητικά δισκία.
Τα διαβητικά άτομα συνήθως λαμβάνουν τρία κύρια γεύματα και 2-3 ενδιάμεσα μικρά γεύματα (snacks). Το 1/5 της συνολικής ημερήσιας πρόσληψης υδατανθράκων χορηγείται στο πρωινό γεύμα, τα 2/5 στο μεσημεριανό και τα υπόλοιπα 2/5 στο δείπνο.
Τα ενδιάμεσα γεύματα τοποθετούνται συνήθως στο μέσο του πρωινού, στο μέσο του απογεύματος, και πριν από τον ύπνο. Αυτά περιλαμβάνουν μικρή ποσότητα υδατανθράκων (10-20gr) που αφαιρούνται από τα κυρίως γεύματα.
Τα άτομα που υποβάλλονται σε ινσουλίνη και κυρίως σε μείγματα ταχείας και ημιβραδείας ενέργειας δεν πρέπει να παραλείπουν τα ενδιάμεσα σνακς. Αυτό γίνεται ακόμη πιο σημαντικό για τα παιδιά που πηγαίνουν σχολείο, τα οποία μπορεί να έχουν ανάγκη από δύο αντί για ένα πρωινό σνακ εξαιτίας της αυξημένης φυσικής τους δραστηριότητας κατά τα διαλείμματα.
Επίσης άτομα με αυξημένη φυσική δραστηριότητα χρειάζονται περισσότερες θερμίδες. Η ανάγκη σε θερμίδες είναι δυνατόν να ποικίλλει ανάλογα με τη φυσική δραστηριότητα της κάθε μέρας. Στις περιπτώσεις αυτές είναι σκόπιμο να προτείνονται δύο διαιτητικά σχήματα με διαφορετικό ποσό θερμίδων (το ένα για ημέρες μειωμένης σωματικής δραστηριότητος και το άλλο για ημέρες έντονης δραστηριότητας).
Όταν ο διαβητικός κάνει μια μη προγραμματισμένη μυϊκή εργασία, θα πρέπει να λαμβάνει εκτάκτως πρόσθετους υδατάνθρακες κατά την αρχή ή το μέσο της μυϊκής προσπάθειας. Το ποσό των υδατανθράκων κυμαίνεται ανάλογα με το μέγεθος της δραστηριότητας (συνήθως απαιτούνται 10-30 gr υδατάνθρακες).